Η αδιανόητη καταστροφή που προκάλεσε ο πρόσφατος σεισμός σε Τουρκία και Συρία αλλά και η έξαρση της σεισμικής δραστηριότητας στην Ελλάδα αναδεικνύουν τους σοβαρούς κινδύνους που εγκυμονούνται εξαιτίας των μαζικών ανακαινίσεων και εμπορικών αναβθμίσεων κτηρίων χωρίς τους απαραίτητους τεχνικούς ελέγχους.
«Βόμβες» έτοιμες να εκραγούν είναι κατά τους ειδικούς οι εμπορικές αναβαθμίσεις παλαιών κτιρίων οι οποίες γίνονται χωρίς να έχουν προηγηθεί έλεγχοι στατικής επάρκειας.
Ο πρόεδρος της Ένωσης και Ομοσπονδίας Κατασκευαστών Κτιρίων Ελλάδας Δημήτρης Καψιμάλης το λέει ξεκάθαρα:
«Σταματήστε τις ανακαινίσεις, αν πρώτα δεν προηγηθεί έλεγχος στατικής επάρκειας σε πολυκατοικίες που κτίστηκαν μέχρι το 1959, αλλά και για τις περισσότερες που κτίστηκαν μέχρι το 1984».
Όπως επισημαίνει ο γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Κατασκευαστών Κτιρίων Ελλάδας, πολιτικός μηχανικός Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, «τα τελευταία χρόνια αγοράζονται ολόκληρα κτίρια (πολυκατοικίες), κυρίως από ξένους επενδυτές, είτε με παλαιότητα προ του 1959, είτε της δεκαετίας του 1960 και 1970, τα οποία και ανακαινίζονται ριζικώς και εν συνεχεία μισθώνονται ή πωλούνται».
Όπως λέει «δυστυχώς οι εργασίες που πραγματοποιούνται στα περισσότερα από αυτά τα κτίρια, ενώ αφορούν ριζικές ανακαινίσεις, γίνονται χωρίς την επίβλεψη και τον έλεγχο της στατικής επάρκειας από μηχανικό, αφού οι νέοι ιδιοκτήτες τους για να πετύχουν χαμηλά κόστη δεν προβαίνουν ούτε καν στην έκδοση έστω και των κατ’ ελάχιστο απαιτούμενων εγκρίσεων εργασιών δόμησης μικρής κλίμακας».
Κατά τον Κωνσταντίνο Κανελλόπουλο, «σε όλα αυτά τα κτίρια καθαιρείται μεγάλος αριθμός εσωτερικών τοιχοποιιών, αλλάζει η διαμερισμάτωση και τροποποιούνται τα στατικά φορτία των ορόφων τους.
Επιπλέον γίνονται επεμβάσεις πολλές φορές στον οικοδομικό σκελετό τους με οπές που διανοίγονται στις πλάκες και στα δοκάρια τους για τροποποιήσεις ή προσθήκες κλιμάκων, τροποποιήσεις ολόκληρου του κλιμακοστασίου τους, των εξωστών τους καθώς και των διελεύσεων των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων τους».
Επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο, σε πολλά δώματα πραγματοποιούνται αλλαγές χρήσης βοηθητικών χώρων που μετατρέπονται σε κύριους και ολόκληρες ταράτσες φυτεύονται και προστίθενται διάφορες κατασκευές (πέργκολες, στέγαστρα, ψησταριές και φούρνοι, πάγκοι χτιστοί, ακόμα και υδρομασάζ), προσθέτοντας ανεξέλεγκτα στατικά φορτία στα παλαιά αυτά κτίρια, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τη στατική και αντισεισμική αντοχή τους.
Πλημμελής προσοχή στην σεισμική ασφάλεια
«Εδώ και πολλά χρόνια έχουμε επισημάνει ότι η κάθε επέμβαση σε παλαιά κτίρια πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή, μετά από ειδική μελέτη και με ιδιαίτερη επιμέλεια» τονίζει μεταξύ άλλων ο ακαδημαϊκός, μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών και ομότιμος καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Παναγιώτης Καρύδης.
«Και αυτό διότι από παλιά είχε ξεκινήσει να γίνεται επέκταση καθ’ ύψος (με την προσθήκη ορόφων) ή/και με επέκταση της κάτοψης σε παλαιά κτίρια όπου εκ των υστέρων δόθηκε από την πολιτεία η δυνατότητα αύξησης των συντελεστών εκμετάλλευσης των οικοπέδων».
Όπως τονίζει, σχετικά πρόσφατα όμως, παρατηρείται σημαντική οικοδομική δραστηριότητα και για τη χρηστική αναβάθμιση – εμπορική εκμετάλλευση παλαιότερων και μάλιστα πολυώροφων κτιρίων για βραχυχρόνιες μισθώσεις, για μετατροπή σε κτίρια γραφείων κ.λπ.
«Οι τοιχοποιίες συνέβαλαν ουσιαστικά στην αντισεισμική συμπεριφορά των αντίστοιχων κατασκευών. Αποτελούσαν την πρώτη ασπίδα σεισμικής προστασίας, εφόσον αυτές ήταν εξίσου συνεχείς μέχρι και το ισόγειο – θεμέλια.
Θεωρώ ότι παρ’ όλον ότι ο σκελετός υπολογιζόταν με αρκετά μειωμένους σεισμικούς συντελεστές (σε σχέση με ό,τι ισχύει σήμερα), λόγω ακριβώς της ύπαρξης των εν λόγω τοιχοποιιών, η σεισμική συμπεριφορά των πολυκατοικιών της περιόδου αυτής αποδείχθηκε αρκετά ικανοποιητική» συμπληρώνει.
«Εύκολα λοιπόν μπορεί να αντιληφθεί ακόμη και ο μη ειδικός ότι αν αφαιρέσουμε τις εν λόγω τοιχοποιίες και δεν τις αντικαταστήσουμε με τα κατάλληλα στοιχεία που να παρέχουν τις αντίστοιχες δυσκαμψίες και αντοχές (πράγμα για το οποίο διατηρώ επιφυλάξεις αν υλοποιείται παντού), αποδεκατίζουμε το παρεχόμενο επίπεδο σεισμικής προστασίας που υφίσταται» συνεχίζει ο ακαδημαϊκός, μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών και ομότιμος καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
«Οι δαπάνες της προσεισμικής ενίσχυσης είναι για την κοινωνία μικρότερες απ’ ό,τι είναι η συνολική οικονομική συνέπεια μιας σεισμικής καταστροφής που μπορεί να γίνει ύστερα από πολλά χρόνια» σημειώνει μεταξύ άλλων – μιλώντας στα «ΝΕΑ» – ο ομότιμος καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) Θεοδόσης Τάσιος.
Dnews: Τελευταία νέα και ειδήσεις