Στο επίκεντρο της ελληνικής υπόθεσης βρίσκεται μια γνωστή γκαλερί στο κέντρο της Αθήνας, η ιδιοκτήτρια της οποίας αντιμετωπίζει την κατηγορία της κακουργηματικής απάτης για την πώληση 32 συνολικά πλαστών έργων ζωγραφικής. Ενας πίνακας του Πικάσο με τίτλο «Δον Κιχώτης», ένας πίνακας του Γιάννη Γαΐτη με τίτλο «Ανθρώπινες μορφές», ένα έργο του Αγγελου Γιαλλινά αλλά και πίνακες του Νίκου Εγγονόπουλου, του Θεόφιλου, του Κωνσταντίνου Παρθένη και πολλών ακόμη πρωταγωνιστούν στην υπόθεση, που απασχολεί τα ελληνικά δικαστήρια.
Η βασική αντιδικία έχει προκύψει με έναν επιφανή γιατρό κοσμοπολίτικου νησιού και πρόεδρο τοπικού μουσείου. Ο ίδιος εξηγεί στη μήνυσή του πως «από το 2005 έως το 2011 η υπεύθυνη της γκαλερί με την οποία είχα αναπτύξει φιλικές σχέσεις εξαιτίας της προηγούμενης γνωριμίας με τους γονείς της, με έπεισαν και αγόρασα συνολικά 75 πίνακες, αφού μου είχε δημιουργηθεί ένα πάθος για συλλογή έργων καταξιωμένων και διάσημων ζωγράφων στον βαθμό του συλλέκτη.
Ο ίδιος περιγράφει πως όποτε εξέφραζε τον θαυμασμό του για κάποιον καλλιτέχνη, σε σύντομο χρονικό διάστημα επικοινωνούσαν μαζί του, λέγοντας ότι διέθεταν κάποια καλή προσφορά για αυτό που αναζητούσε. «Ισχυρίζονταν ότι γνώριζαν πολλούς ανθρώπους, άκληρους, παλιούς συλλέκτες καθώς και την πρώην γυναίκα του ηθοποιού Κ. Βουτσά, που διέθεταν γνήσια έργα, για τα οποία προφορικά μου παρείχαν εγγυήσεις και διαπιστεύσεις γνησιότητας» αναφέρει ο γιατρός.
Το 2009 σε έκθεση που θα διοργάνωνε ο ίδιος στο πλαίσιο ιατρικού συνεδρίου, ανέθεσε -όπως φέρεται να υποστηρίζει- την επιμέλεια στην ιδιοκτήτρια της γκαλερί. «Ανάμεσα στα έργα της προσωπικής μου συλλογής που θα εκθέτονταν, τους πρότεινα και τον πίνακα του Εγγονόπουλου με θέμα “Ορθια ανδρική φιγούρα” και τους ζήτησα να τοποθετηθεί σε περίοπτη θέση. Ομως ο πίνακας εξαφανίστηκε από την έκθεση με προτροπή δική της, με τη δικαιολογία ότι μπορεί να γίνει γνωστό πως τον έχω στην κατοχή μου και να λάβει γνώση η σύζυγος του αποθανόντα Εγγονόπουλου και να μου ζητήσει πνευματικά δικαιώματα».
Στις αρχές του 2013, εξαιτίας κάποιων κλοπών έργων τέχνης στο νησί που κατοικεί ο γιατρός, αποφάσισε να προχωρήσει σε ασφάλιση των έργων που είχε στην κατοχή του. Ετσι, ζήτησε γραπτή διαπίστευση γνησιότητας από την γκαλερί για τους 75 πίνακες που είχε αγοράσει από εκεί. Στην απάντηση που δόθηκε η ιδιοκτήτρια της γκαλερί, απέφυγε -όπως αναφέρει εκείνος- να γράψει τη διατύπωση «αυθεντικά έργα», με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε εκτιμητή και ερευνητικό κέντρο πιστοποίησης. Το πόρισμα ανέφερε ότι 25 από τα 75 έργα ήταν πλαστά, ενώ η αξία τους φτάνει τις 750.000 ευρώ.
Ο ίδιος απευθύνθηκε στη Δικαιοσύνη και η υπόθεση έφτασε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, με την ιδιοκτήτρια της γκαλερί και τη μητέρα της να αντιμετωπίζουν την κατηγορία της κακουργηματικής απάτης. Ωστόσο, οι δικαστές διαπίστωσαν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη η διακρίβωση της γνησιότητας των πινάκων και ζήτησε δικαστική πραγματογνωμοσύνη για το θέμα προκειμένου να δικαστεί η υπόθεση.
«Εντυπωσιάζομαι αρνητικά όταν οι θεωρούμενοι καλύτεροι του χώρου της τέχνης, ιστορικοί, πραγματογνώμονες και επαΐοντες του είδους, προσφέρουν τη γνώμη τους και ενώ βλέπουν το ίδιο αντικείμενο, στη συγκεκριμένη περίπτωση πίνακες ζωγραφικής πασίγνωστων Ελλήνων, καταλήγουν, αβίαστα και με βεβαιότητα, σε αντίθετα αποτελέσματα» αναφέρει στον «Ε.Τ.» ο συνήγορος της κατηγορουμένης Φοίβος Στρούγγαρης. Το μπάχαλο με τους πραγματογνώμονες.
Πριν από μερικά χρόνια είχε απασχολήσει τον παγκόσμιο και ελληνικό Τύπο το αίνιγμα της γνησιότητας δύο έργων του Κωνσταντίνου Παρθένη που πωλήθηκαν σε Greek Sales των Sotheby’s στον εφοπλιστή και συλλέκτη, Διαμαντή Διαμαντίδη, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι διαθέτει επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν την πλαστότητά τους. Τότε, ο πραγματογνώμονας από την πλευρά του οίκου, ο οποίος τυχαίνει να έχει ρόλο και στη σημερινή υπόθεση, είχε υποστηρίξει πως τα έργα ήταν αυθεντικά, ενώ οι υπεύθυνοι του οίκου ισχυρίζονταν ότι το βάρος της απόδειξης για την αυθεντικότητα των έργων πέφτει στους ώμους των νέων ιδιοκτητών τους.
Ενδεικτικό των διαφορετικών απόψεων των πραγματογνωμόνων είναι οι σημαντικές διαφορές που εντοπίζουν ο ένας σε σχέση με τον άλλο στα έργα που εμφανίζονται μπροστά τους. Για παράδειγμα, στη συγκεκριμένη υπόθεση που απασχολεί τα ελληνικά δικαστήρια, παρατηρείται σε έναν πίνακα του Ακριθάκη ο ένας πραγματογνώμονας να βλέπει λάδι αραιωμένο σε αβγό, ο άλλος ακρυλικό σε χαρτόνι και ο τρίτος λάδι σε hardboard. «Οταν ένας από τους μεγαλύτερους οίκους στον κόσμο κατηγορείται ότι δημοπράτησε πλαστούς πίνακες Ελλήνων ζωγράφων και οι πιο διάσημοι ιστορικοί και πραγματογνώμονες της χώρας καταλήγουν, πέρα από κάθε αμφιβολία, κατά δήλωσή τους, σε αντίθετα συμπεράσματα, με το επιχείρημα μάλιστα ότι την ευθύνη ελέγχου έχει ο πελάτης, τότε καταλαβαίνετε τι μπορεί να σας συμβεί ή τι συμβαίνει καθημερινά στην αγορά έργων τέχνης;» σχολιάζει στον «Ε.Τ.» πηγή από τον χώρο της τέχνης.