Χαμηλές πτήσεις και μεγάλες ανησυχίες των αστικών επιτελείων για τις δύο μεγαλύτερες ευρωπαϊκές οικονομίες. Τι γράφει ο «Ριζοσπάστης».
Η κρίση που περνούν οι οικονομίες της Γερμανίας και της Γαλλίας -και που ήδη μετατρέπονται σε πολιτική κρίση στις δυο χώρες- αναμένεται να επηρεάσουν έντονα τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά το σύνολο της ευρωζώνης. Η ανάληψη της προεδρίας των ηνωμένων Πολιτειών από τον Ντ. Τραμπ και το ενδεχόμενο δασμών στην οικονομία καθιστά ακόμα πιο δύσκολο και πιο σύνθετο το πρόβλημα των δυο χωρών που -κυρίως η Γερμανία- θεωρούνται ως η «ατμομηχανή» της ευρωζώνης. Τα «Παιχνίδια Εξουσίας» αναδημοσιεύουν από τον «Ριζοσπάστη» του Σαββατοκύριακου ένα πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ για το θέμα.
Το πρωτοσέλιδο της «Handelsblatt» ανήμερα την Πρωτοχρονιά, με τίτλο «Τρία χρόνια χωρίς οικονομική ανάπτυξη – Δεν έχει ξαναγίνει στη γερμανική Ιστορία», είναι ενδεικτικό για την κατάσταση στην οικονομία της Γερμανίας.
Το πρωτοσέλιδο ήρθε λίγες μέρες μετά τις προειδοποιήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι εξαιτίας των υψηλών χρεών, των μεγάλων ελλειμμάτων και της αναιμικής ανάπτυξης η Ευρωζώνη κινδυνεύει με μια κρίση παρόμοια με αυτή της περασμένης δεκαετίας. Στη συνέχεια η Κριστίν Λαγκάρντ έκανε λόγο για τις επιπτώσεις που θα έχει στην εύθραυστη οικονομία της Ευρωζώνης μια πιθανή επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ.
Πλέον όλοι οι αναλυτές στη Γερμανία κάνουν λόγο για περίοδο «ξηρασίας» που δεν υπήρξε πότε τόσο μακρά. Ενδεικτικά, το Ερευνητικό Ινστιτούτο της «Handelsblatt» (HRI) εκτιμά ότι η γερμανική οικονομία θα συνεχίσει να συρρικνώνεται με ρυθμό 0,1% το 2025, μετά από πτώση 0,3% το 2023 και 0,2% το 2024. Η φετινή θα είναι «η τρίτη συνεχόμενη χρονιά χωρίς πραγματική αύξηση του ΑΕΠ», στην πραγματικότητα με την οικονομία σε ύφεση.
«Η γερμανική οικονομία βρίσκεται στη μεγαλύτερη κρίση της στη μεταπολεμική Ιστορία. Η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός έχουν κάνει τους Γερμανούς φτωχότερους κατά μέσο όρο», λέει ο επικεφαλής οικονομολόγος της «Handelsblatt». Επιπλέον δεν διαφαίνεται άμεση βελτίωση, καθώς «η εθνική οικονομία βρίσκεται στην αρχή μιας ισχυρής φάσης γήρανσης».
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από την πλευρά του, τοποθετεί τη Γερμανία στην 39η θέση μεταξύ των 41 προηγμένων οικονομιών όσον αφορά την ανάπτυξη. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου, η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε αδιέξοδο εδώ και πέντε χρόνια.
Αντανάκλαση εξάλλου των αδιεξόδων στην οικονομία, όπου επιδρά καθοριστικά και ο πόλεμος στην Ουκρανία, εξαιτίας κυρίως της ακριβότερης Ενέργειας, είναι και οι διεργασίες στο πολιτικό σύστημα της Γερμανίας, αλλά και σε αυτό της Γαλλίας.
Απολύσεις και κλείσιμο εταιρειών
Σε μια έρευνα του Δεκέμβρη, το 32% των Γερμανών που ρωτήθηκαν έθεσαν την οικονομία στην πρώτη θέση των ανησυχιών τους. Ακολουθούσαν η μετανάστευση, η Ενέργεια και ο πόλεμος ΝΑΤΟ – Ρωσίας.
Η παραγωγή της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας έχει σημειώσει δραματική πτώση και οι Γερμανοί κατασκευαστές έχουν απολέσει θέσεις ανταγωνιστικότητας σε σύγκριση με τους Κινέζους. Η περίπτωση της «Volkswagen», που σχεδιάζει να καταργήσει δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας (30.000 υπολογίζουν κάποιοι) και να μειώσει τους μισθούς, είναι μία από τις πλέον χαρακτηριστικές για το τι συμβαίνει.
Δεν είναι όμως η μόνη στην Ευρώπη… Μόλις πριν μερικές μέρες ανακοινώθηκε η χρεοκοπία της KTM, κατασκευή μοτοσικλετών, προκαλώντας τριγμούς στις οικονομίες της Αυστρίας και της Γερμανίας και οδηγώντας «στα βράχια» μικρότερες εταιρείες. Η KTM έχει διακόψει την παραγωγική διαδικασία και αναζητεί νέο επενδυτή, που να καλύψει το χρέος των περίπου 2 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την έρευνα που προαναφέρθηκε, μόνο 1 στις 5 εταιρείες αναμένει αύξηση των εξαγωγών και σχεδόν το ένα τρίτο αναμένει μείωση. Το ένα τέταρτο όλων των εταιρειών που μετείχαν στην έρευνα θέλει να μειώσει τον αριθμό των εργαζομένων, συγκριτικά με το ένα δέκατο που σχεδιάζει να προσλάβει.
Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό συμβαίνει ήδη, καθώς ο αριθμός των απολύσεων διογκώνεται. Οι αναλυτές του ινστιτούτου IfW είναι επίσης απαισιόδοξοι, προβλέποντας ποσοστό ανεργίας 6,3% το επόμενο έτος (το 2023 ήταν 5,7%), ενώ το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών δεν θα αυξάνεται πλέον, εμποδίζοντας την ιδιωτική κατανάλωση.
Περίπου 3 εκατομμύρια οικογενειακές επιχειρήσεις της Γερμανίας είναι στα πρόθυρα λουκέτου, καθώς βρίσκονται σε οριακό σημείο λόγω οικονομικών προβλημάτων, όπως το αυξημένο κόστος δανεισμού. Συνολικά, μόνο το πρώτο 6μηνο του 2024 καταγράφηκαν περίπου 11.000 πτωχεύσεις εταιρειών. Πάνω από 160 εταιρείες με κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατ. ευρώ κήρυξαν πτώχευση, μεταξύ αυτών ηχηρά ονόματα, όπως τα ιστορικά γερμανικά πολυκαταστήματα «Galeria Kaufhof», ο τουριστικός όμιλος «FTI Touristik», ο γνωστός όμιλος ένδυσης «Esprit».
Πρόκειται για ραγδαία αύξηση στις πτωχεύσεις, κατά 40% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας. Οπως παρατηρεί η «Bild», από τις 279 εταιρείες που είχαν υποβληθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης το 2023, μόλις το 35% μπόρεσε τελικά να διασωθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2024.
Οι κλάδοι που αντιμετωπίζουν τις πλέον ισχυρές πιέσεις, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες να μην μπορούν να αντεπεξέλθουν στις τρέχουσες υποχρεώσεις τους, είναι ο κατασκευαστικός, ο κλάδος πώλησης αυτοκινήτων και εξαρτημάτων, καθώς επίσης ο τομέας της κατασκευής μηχανημάτων, δηλαδή μέσων παραγωγής.
Και μπορεί οι πτωχεύσεις ομίλων με ηχηρά ονόματα να τραβούν τα φώτα της δημοσιότητας, αυτό όμως που προβληματίζει περισσότερο τους ειδικούς είναι οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων που σχετίζονται με τη βαριά γερμανική βιομηχανία, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η βιομηχανία πρώτων υλών.
Η οικονομία της Γαλλίας «στα όριά της»
Η κατάσταση των δημοσιονομικών στη Γαλλία, έτσι όπως καταγράφεται λίγο μετά την αλλαγή του χρόνου, προκαλεί νέους μεγάλους προβληματισμούς. Το δημοσιονομικό έλλειμμα κλείνει τη χρονιά στα 162,4 δισ. ευρώ ή στο 6,2% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος, που έχει φτάσει στα 3,303 τρισ. ευρώ, έχει μπει σε μια ανεξέλεγκτη πορεία.
Σε λιγότερο από 10 χρόνια το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά περισσότερο από 1 τρισ. ευρώ και έφτασε πλέον στο 113,7% του ΑΕΠ. Αυξήθηκε κατά περισσότερο από 71 δισ. ευρώ τους τελευταίους τρεις μήνες, ενώ στο τρίτο τρίμηνο του 2024, είχε αυξηθεί ξανά κατά 69 δισ. ευρώ. Σήμερα βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά ως απόλυτη αξία, και στο υψηλότερο επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ από τις αρχές του 2022.
Ολα αυτά την ώρα που η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης αναμένεται να αναπτυχθεί μόνο κατά 0,2% ανά τρίμηνο για το πρώτο εξάμηνο του έτους, σύμφωνα με προβλέψεις της γαλλικής στατιστικής υπηρεσίας.
Οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων άρχισαν να καλπάζουν και πάλι, και ήδη πλησιάζουν τα επίπεδα του 2018 και 2019. Τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Εθνικό Συμβούλιο Δικαστικών Διαχειριστών και Επιμελητών της Γαλλίας (CNAJMJ) είναι χαρακτηριστικά: Το πρώτο εξάμηνο ο αριθμός των επιχειρήσεων που χρεοκόπησαν αυξήθηκε κατά 18%, συγκριτικά με το ίδιο διάστημα του 2023, και οι χρεοκοπίες πλησίασαν τις 33.500. Οι ειδικοί θεωρούν ότι απειλούνται περί τις 102.500 θέσεις εργασίας στη χώρα.
Τα «κανόνια» το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς ήταν αυξημένα κατά 20% συγκριτικά με το μέσο εξαμηνιαίο επίπεδο της προ-Covid εποχής, 2018 – 2019 (περίπου 28.000). Επωνυμίες γνωστές διεθνώς, όπως «Caddie», «Duralex», «Les Petits Bidons», «Cazoo» κ.ά., «κατέβασαν ρολά» το 2024.
«Ο τερματισμός των έκτακτων μέτρων αρωγής από το κράτος νομοτελειακά αυξάνει τις χρεοκοπίες των επιχειρήσεων», παρατηρεί σε δήλωση στην εφημερίδα «Figaro» εκπρόσωπος της «BNP Paribas», επιβεβαιώνοντας ότι η κρατική στήριξη που δόθηκε στην πανδημία μοναδικό στόχο είχε να διαχειριστεί τις συνέπειες της κρίσης για τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι τομείς που σαρώνει το κύμα χρεοκοπιών είναι το λιανικό εμπόριο και οι κατασκευές. Επίσης, ο ευρύτερος κλάδος των δραστηριοτήτων που αφορούν τα ακίνητα κατέγραψε αύξηση λουκέτων σε ποσοστό 54% το πρώτο εξάμηνο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το διάστημα αυτό έκλεισαν 617 μεσιτικά γραφεία. Στον κλάδο των Μεταφορών οι χρεοκοπίες αυξήθηκαν κατά 33% συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του 2023, ενώ στον κλάδο της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και ασφαλίσεων καταγράφηκε αύξηση 25%.
Κανάλια διάχυσης της κρίσης
Μπορεί η κυβέρνηση να πανηγυρίζει για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, την ώρα που τα λαϊκά νοικοκυριά βογκούν από τη φτώχεια και την ακρίβεια, ωστόσο η κατάσταση στην Ευρωζώνη δείχνει ότι τα… «ήρεμα νερά» της ελληνικής οικονομίας είναι όνειρο απατηλό.
Οπως σημειώνουν αναλυτές, η γερμανική και η γαλλική κρίση επιδρούν άμεσα στην ελληνική οικονομία, μέσα από τέσσερα «κανάλια»: Τουρισμός, ελληνικές εξαγωγές, επενδύσεις, πρόκληση ευρύτερης αναταραχής στην Ευρωζώνη.
Στον «εξωστρεφή» Τουρισμό τα στοιχεία είναι χαρακτηριστικά, καθώς από τη γαλλική τουριστική αγορά τα έσοδα στην Ελλάδα ήταν κατά 10% λιγότερα πέρυσι (από 1,4 δισ. ευρώ στα 1,261 δισ.). Η μέση δαπάνη ανά Γάλλο τουρίστα μειώθηκε έτσι από 785,63 ευρώ πέρυσι στα 659,51 ευρώ φέτος.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές εξαγωγές, η Γερμανία είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγορά για τα ελληνικά προϊόντα, μετά την Ιταλία και τη Βουλγαρία. Το 2023 οι εξαγωγές της χώρας μας στη Γερμανία έφτασαν τα 3,3 δισ. ευρώ (6,6% των συνολικών εξαγωγών), αυξημένες κατά 5,3% έναντι του 2022. Με βάση τα προσωρινά στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας (Destatis), οι γενικότερες εισαγωγές Ιανουαρίου – Ιουλίου της Γερμανίας μειώθηκαν κατά 5,1% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Η επιβράδυνση των δύο οικονομιών επηρεάζει και τα επενδυτικά τους σχέδια. Σύμφωνα με στοιχεία από τη Γερμανική Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα, στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται πάνω από 120 μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις. Η λίστα με τους ισχυρότερους γερμανικούς επιχειρηματικούς ομίλους περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τις «Deutsche Telekom» (βασικό μέτοχο του ΟΤΕ), «Siemens», «Boehringer Ingelheim», «Robert Bosch», «Allianz», «Lidl», εταιρείες οι οποίες συνεχίζουν να επενδύουν στην Ελλάδα.
Οι γερμανικές άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) στη χώρα μας, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, έφτασαν συνολικά στα 7,7 δισ. ευρώ το 2022 (το 16,2% του συνόλου) και κατέλαβαν τη 2η θέση, πίσω από το Λουξεμβούργο.
Σε ό,τι αφορά τη Γαλλία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας το 2022 το απόθεμα γαλλικών ΑΞΕ ανήλθε σε 1,071 δισ. ευρώ, αυξημένο 16% και καταλαμβάνοντας την 4η θέση πίσω από Ολλανδία, Γερμανία και Λουξεμβούργο, με μερίδιο 8,06% επί του συνόλου των ΑΞΕ στη χώρα μας. Ωστόσο, μία στις δύο γαλλικές επιχειρήσεις δηλώνει ότι προτίθεται να παγώσει τα επενδυτικά της σχέδια.
Χαμηλές πτήσεις και μεγάλες ανησυχίες των αστικών επιτελείων για τις δύο μεγαλύτερες ευρωπαϊκές οικονομίες. Τι γράφει ο «Ριζοσπάστης».Η κρίση που περνούν οι οικονομίες της Γερμανίας και της Γαλλίας -και που ήδη μετατρέπονται σε πολιτική κρίση στις δυο χώρες- αναμένεται να επηρεάσουν έντονα τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά το σύνολο της ευρωζώνης. Η ανάληψη της προεδρίας των ηνωμένων Πολιτειών από τον Ντ. Τραμπ και το ενδεχόμενο δασμών στην οικονομία καθιστά ακόμα πιο δύσκολο και πιο σύνθετο το πρόβλημα των δυο χωρών που -κυρίως η Γερμανία- θεωρούνται ως η «ατμομηχανή» της ευρωζώνης. Τα «Παιχνίδια Εξουσίας» αναδημοσιεύουν από τον «Ριζοσπάστη» του Σαββατοκύριακου ένα πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ για το θέμα. Το πρωτοσέλιδο της «Handelsblatt» ανήμερα την Πρωτοχρονιά, με τίτλο «Τρία χρόνια χωρίς οικονομική ανάπτυξη – Δεν έχει ξαναγίνει στη γερμανική Ιστορία», είναι ενδεικτικό για την κατάσταση στην οικονομία της Γερμανίας. Το πρωτοσέλιδο ήρθε λίγες μέρες μετά τις προειδοποιήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι εξαιτίας των υψηλών χρεών, των μεγάλων ελλειμμάτων και της αναιμικής ανάπτυξης η Ευρωζώνη κινδυνεύει με μια κρίση παρόμοια με αυτή της περασμένης δεκαετίας. Στη συνέχεια η Κριστίν Λαγκάρντ έκανε λόγο για τις επιπτώσεις που θα έχει στην εύθραυστη οικονομία της Ευρωζώνης μια πιθανή επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ. Πλέον όλοι οι αναλυτές στη Γερμανία κάνουν λόγο για περίοδο «ξηρασίας» που δεν υπήρξε πότε τόσο μακρά. Ενδεικτικά, το Ερευνητικό Ινστιτούτο της «Handelsblatt» (HRI) εκτιμά ότι η γερμανική οικονομία θα συνεχίσει να συρρικνώνεται με ρυθμό 0,1% το 2025, μετά από πτώση 0,3% το 2023 και 0,2% το 2024. Η φετινή θα είναι «η τρίτη συνεχόμενη χρονιά χωρίς πραγματική αύξηση του ΑΕΠ», στην πραγματικότητα με την οικονομία σε ύφεση. «Η γερμανική οικονομία βρίσκεται στη μεγαλύτερη κρίση της στη μεταπολεμική Ιστορία. Η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός έχουν κάνει τους Γερμανούς φτωχότερους κατά μέσο όρο», λέει ο επικεφαλής οικονομολόγος της «Handelsblatt». Επιπλέον δεν διαφαίνεται άμεση βελτίωση, καθώς «η εθνική οικονομία βρίσκεται στην αρχή μιας ισχυρής φάσης γήρανσης». Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από την πλευρά του, τοποθετεί τη Γερμανία στην 39η θέση μεταξύ των 41 προηγμένων οικονομιών όσον αφορά την ανάπτυξη. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου, η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε αδιέξοδο εδώ και πέντε χρόνια. Αντανάκλαση εξάλλου των αδιεξόδων στην οικονομία, όπου επιδρά καθοριστικά και ο πόλεμος στην Ουκρανία, εξαιτίας κυρίως της ακριβότερης Ενέργειας, είναι και οι διεργασίες στο πολιτικό σύστημα της Γερμανίας, αλλά και σε αυτό της Γαλλίας. Απολύσεις και κλείσιμο εταιρειών Σε μια έρευνα του Δεκέμβρη, το 32% των Γερμανών που ρωτήθηκαν έθεσαν την οικονομία στην πρώτη θέση των ανησυχιών τους. Ακολουθούσαν η μετανάστευση, η Ενέργεια και ο πόλεμος ΝΑΤΟ – Ρωσίας. Η παραγωγή της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας έχει σημειώσει δραματική πτώση και οι Γερμανοί κατασκευαστές έχουν απολέσει θέσεις ανταγωνιστικότητας σε σύγκριση με τους Κινέζους. Η περίπτωση της «Volkswagen», που σχεδιάζει να καταργήσει δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας (30.000 υπολογίζουν κάποιοι) και να μειώσει τους μισθούς, είναι μία από τις πλέον χαρακτηριστικές για το τι συμβαίνει. Δεν είναι όμως η μόνη στην Ευρώπη… Μόλις πριν μερικές μέρες ανακοινώθηκε η χρεοκοπία της KTM, κατασκευή μοτοσικλετών, προκαλώντας τριγμούς στις οικονομίες της Αυστρίας και της Γερμανίας και οδηγώντας «στα βράχια» μικρότερες εταιρείες. Η KTM έχει διακόψει την παραγωγική διαδικασία και αναζητεί νέο επενδυτή, που να καλύψει το χρέος των περίπου 2 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την έρευνα που προαναφέρθηκε, μόνο 1 στις 5 εταιρείες αναμένει αύξηση των εξαγωγών και σχεδόν το ένα τρίτο αναμένει μείωση. Το ένα τέταρτο όλων των εταιρειών που μετείχαν στην έρευνα θέλει να μειώσει τον αριθμό των εργαζομένων, συγκριτικά με το ένα δέκατο που σχεδιάζει να προσλάβει. Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό συμβαίνει ήδη, καθώς ο αριθμός των απολύσεων διογκώνεται. Οι αναλυτές του ινστιτούτου IfW είναι επίσης απαισιόδοξοι, προβλέποντας ποσοστό ανεργίας 6,3% το επόμενο έτος (το 2023 ήταν 5,7%), ενώ το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών δεν θα αυξάνεται πλέον, εμποδίζοντας την ιδιωτική κατανάλωση. Περίπου 3 εκατομμύρια οικογενειακές επιχειρήσεις της Γερμανίας είναι στα πρόθυρα λουκέτου, καθώς βρίσκονται σε οριακό σημείο λόγω οικονομικών προβλημάτων, όπως το αυξημένο κόστος δανεισμού. Συνολικά, μόνο το πρώτο 6μηνο του 2024 καταγράφηκαν περίπου 11.000 πτωχεύσεις εταιρειών. Πάνω από 160 εταιρείες με κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατ. ευρώ κήρυξαν πτώχευση, μεταξύ αυτών ηχηρά ονόματα, όπως τα ιστορικά γερμανικά πολυκαταστήματα «Galeria Kaufhof», ο τουριστικός όμιλος «FTI Touristik», ο γνωστός όμιλος ένδυσης «Esprit». Πρόκειται για ραγδαία αύξηση στις πτωχεύσεις, κατά 40% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας. Οπως παρατηρεί η «Bild», από τις 279 εταιρείες που είχαν υποβληθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης το 2023, μόλις το 35% μπόρεσε τελικά να διασωθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2024. Οι κλάδοι που αντιμετωπίζουν τις πλέον ισχυρές πιέσεις, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες να μην μπορούν να αντεπεξέλθουν στις τρέχουσες υποχρεώσεις τους, είναι ο κατασκευαστικός, ο κλάδος πώλησης αυτοκινήτων και εξαρτημάτων, καθώς επίσης ο τομέας της κατασκευής μηχανημάτων, δηλαδή μέσων παραγωγής. Και μπορεί οι πτωχεύσεις ομίλων με ηχηρά ονόματα να τραβούν τα φώτα της δημοσιότητας, αυτό όμως που προβληματίζει περισσότερο τους ειδικούς είναι οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων που σχετίζονται με τη βαριά γερμανική βιομηχανία, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η βιομηχανία πρώτων υλών. Η οικονομία της Γαλλίας «στα όριά της» Η κατάσταση των δημοσιονομικών στη Γαλλία, έτσι όπως καταγράφεται λίγο μετά την αλλαγή του χρόνου, προκαλεί νέους μεγάλους προβληματισμούς. Το δημοσιονομικό έλλειμμα κλείνει τη χρονιά στα 162,4 δισ. ευρώ ή στο 6,2% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος, που έχει φτάσει στα 3,303 τρισ. ευρώ, έχει μπει σε μια ανεξέλεγκτη πορεία. Σε λιγότερο από 10 χρόνια το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά περισσότερο από 1 τρισ. ευρώ και έφτασε πλέον στο 113,7% του ΑΕΠ. Αυξήθηκε κατά περισσότερο από 71 δισ. ευρώ τους τελευταίους τρεις μήνες, ενώ στο τρίτο τρίμηνο του 2024, είχε αυξηθεί ξανά κατά 69 δισ. ευρώ. Σήμερα βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά ως απόλυτη αξία, και στο υψηλότερο επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ από τις αρχές του 2022. Ολα αυτά την ώρα που η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης αναμένεται να αναπτυχθεί μόνο κατά 0,2% ανά τρίμηνο για το πρώτο εξάμηνο του έτους, σύμφωνα με προβλέψεις της γαλλικής στατιστικής υπηρεσίας. Οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων άρχισαν να καλπάζουν και πάλι, και ήδη πλησιάζουν τα επίπεδα του 2018 και 2019. Τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Εθνικό Συμβούλιο Δικαστικών Διαχειριστών και Επιμελητών της Γαλλίας (CNAJMJ) είναι χαρακτηριστικά: Το πρώτο εξάμηνο ο αριθμός των επιχειρήσεων που χρεοκόπησαν αυξήθηκε κατά 18%, συγκριτικά με το ίδιο διάστημα του 2023, και οι χρεοκοπίες πλησίασαν τις 33.500. Οι ειδικοί θεωρούν ότι απειλούνται περί τις 102.500 θέσεις εργασίας στη χώρα. Τα «κανόνια» το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς ήταν αυξημένα κατά 20% συγκριτικά με το μέσο εξαμηνιαίο επίπεδο της προ-Covid εποχής, 2018 – 2019 (περίπου 28.000). Επωνυμίες γνωστές διεθνώς, όπως «Caddie», «Duralex», «Les Petits Bidons», «Cazoo» κ.ά., «κατέβασαν ρολά» το 2024. «Ο τερματισμός των έκτακτων μέτρων αρωγής από το κράτος νομοτελειακά αυξάνει τις χρεοκοπίες των επιχειρήσεων», παρατηρεί σε δήλωση στην εφημερίδα «Figaro» εκπρόσωπος της «BNP Paribas», επιβεβαιώνοντας ότι η κρατική στήριξη που δόθηκε στην πανδημία μοναδικό στόχο είχε να διαχειριστεί τις συνέπειες της κρίσης για τις επιχειρήσεις. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι τομείς που σαρώνει το κύμα χρεοκοπιών είναι το λιανικό εμπόριο και οι κατασκευές. Επίσης, ο ευρύτερος κλάδος των δραστηριοτήτων που αφορούν τα ακίνητα κατέγραψε αύξηση λουκέτων σε ποσοστό 54% το πρώτο εξάμηνο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το διάστημα αυτό έκλεισαν 617 μεσιτικά γραφεία. Στον κλάδο των Μεταφορών οι χρεοκοπίες αυξήθηκαν κατά 33% συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του 2023, ενώ στον κλάδο της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και ασφαλίσεων καταγράφηκε αύξηση 25%. Κανάλια διάχυσης της κρίσης Μπορεί η κυβέρνηση να πανηγυρίζει για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, την ώρα που τα λαϊκά νοικοκυριά βογκούν από τη φτώχεια και την ακρίβεια, ωστόσο η κατάσταση στην Ευρωζώνη δείχνει ότι τα… «ήρεμα νερά» της ελληνικής οικονομίας είναι όνειρο απατηλό. Οπως σημειώνουν αναλυτές, η γερμανική και η γαλλική κρίση επιδρούν άμεσα στην ελληνική οικονομία, μέσα από τέσσερα «κανάλια»: Τουρισμός, ελληνικές εξαγωγές, επενδύσεις, πρόκληση ευρύτερης αναταραχής στην Ευρωζώνη. Στον «εξωστρεφή» Τουρισμό τα στοιχεία είναι χαρακτηριστικά, καθώς από τη γαλλική τουριστική αγορά τα έσοδα στην Ελλάδα ήταν κατά 10% λιγότερα πέρυσι (από 1,4 δισ. ευρώ στα 1,261 δισ.). Η μέση δαπάνη ανά Γάλλο τουρίστα μειώθηκε έτσι από 785,63 ευρώ πέρυσι στα 659,51 ευρώ φέτος. Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές εξαγωγές, η Γερμανία είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγορά για τα ελληνικά προϊόντα, μετά την Ιταλία και τη Βουλγαρία. Το 2023 οι εξαγωγές της χώρας μας στη Γερμανία έφτασαν τα 3,3 δισ. ευρώ (6,6% των συνολικών εξαγωγών), αυξημένες κατά 5,3% έναντι του 2022. Με βάση τα προσωρινά στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας (Destatis), οι γενικότερες εισαγωγές Ιανουαρίου – Ιουλίου της Γερμανίας μειώθηκαν κατά 5,1% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Η επιβράδυνση των δύο οικονομιών επηρεάζει και τα επενδυτικά τους σχέδια. Σύμφωνα με στοιχεία από τη Γερμανική Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα, στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται πάνω από 120 μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις. Η λίστα με τους ισχυρότερους γερμανικούς επιχειρηματικούς ομίλους περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τις «Deutsche Telekom» (βασικό μέτοχο του ΟΤΕ), «Siemens», «Boehringer Ingelheim», «Robert Bosch», «Allianz», «Lidl», εταιρείες οι οποίες συνεχίζουν να επενδύουν στην Ελλάδα. Οι γερμανικές άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) στη χώρα μας, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, έφτασαν συνολικά στα 7,7 δισ. ευρώ το 2022 (το 16,2% του συνόλου) και κατέλαβαν τη 2η θέση, πίσω από το Λουξεμβούργο. Σε ό,τι αφορά τη Γαλλία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας το 2022 το απόθεμα γαλλικών ΑΞΕ ανήλθε σε 1,071 δισ. ευρώ, αυξημένο 16% και καταλαμβάνοντας την 4η θέση πίσω από Ολλανδία, Γερμανία και Λουξεμβούργο, με μερίδιο 8,06% επί του συνόλου των ΑΞΕ στη χώρα μας. Ωστόσο, μία στις δύο γαλλικές επιχειρήσεις δηλώνει ότι προτίθεται να παγώσει τα επενδυτικά της σχέδια.#ΓΕΡΜΑΝΙΑ #ΓΑΛΛΙΑ #ΕΥΡΩΖΩΝΗ #ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ